
Γράφει ο κ. Κατωπόδης Κωνσταντίνος
Η φωτογραφία με την τριμελή παρέα των Καρσάνων να κάθονται σε ένα απ’ τα καφενεία του χωριού, εκτιμώ ότι πρέπει να τραβήχτηκε γύρω στο 1980. Γνώριμα πρόσωπα, και πιο γνώριμος από τους τρεις, ο μπάρμπα Χρήστος ο Κουίνας, ο τρίτος στα δεξιά της παρέας, με το λουλούδι στο πέτο του σακακιού. Το σπίτι του ήταν στην αμέσως πιο πάνω γειτονιά απ’ τη δική μου, και παιδί εγώ ακόμα τον θυμάμαι να κατεβαίνει προς την πλατεία του χωριού, με το μπαστούνι του στο χέρι και πάντα (πάντα) με ένα μοσκαρδίνι στο πέτο. Όσο διάστημα ανθίζανε οι μοσκαρδινιές στην Καρυά, από την άνοιξη μέχρι και το φθινόπωρο, δεν έλλειπε το μοσκαρδίνι απ’ το πέτο του!

Ήταν τότε που οι γειτονιές του χωριού σφύζανε ακόμη από ζωή, με το βουητό απ’ το παιδομάνι να πλανάται παντού. Τότε, που οι γλάστρες στις ασπρισμένες αυλές ήταν κατά κανόνα μεταλλικοί ντενεκέδες με τριανταφυλλιές, γαρυφαλλιές, γεράνια και ένα σωρό άλλα λουλούδια, και φυσικά ανάμεσα σ’ αυτά και οι μοσκαρδινιές, οι γνωστοί κατιφέδες. Δεν υπήρχε σπίτι και αυλή στο χωριό, που να μην είχε τη μοσκαρδινιά του. Πέρα από το άρωμά της, πέρα από το εντυπωσιακό κιτρινοπορτοκαλί χρώμα της και την πλούσια ανθοφορία της, είχε την ικανότητα να φυτρώνει εύκολα παντού, σε κήπους, τοίχους, λιθιές, στις άκρες των δρόμων.

Έτσι λοιπόν, όταν κάποτε μια συστάδα φυτών ξεπρόβαλε στην άκρη του δρόμου κοντά στη γειτονιά μας, όλοι θεώρησαν ότι πρόκειται για κατιφέδες. Τα φύλλα τους μπορεί να διαφέρανε κάπως από τα φύλλα των συνηθισμένων κατιφέδων, αλλά ήταν κι αυτά σύνθετα, πυκνά και βαθυπράσινα.
Έτσι λοιπόν, όταν κάποτε μια συστάδα φυτών ξεπρόβαλε στην άκρη του δρόμου κοντά στη γειτονιά μας, όλοι θεώρησαν ότι πρόκειται για κατιφέδες. Τα φύλλα τους μπορεί να διαφέρανε κάπως από τα φύλλα των συνηθισμένων κατιφέδων, αλλά ήταν κι αυτά σύνθετα, πυκνά και βαθυπράσινα.
Θυμάμαι μια μέρα, ένας κάτοικος του χωριού ονόματι Ρεκατσίνας που είχε νομίζω το στάβλο του λίγο πάνω από τα τελευταία σπίτια του χωριού, περνώντας απ’ το σημείο και βλέποντας τη συστάδα, σχολίασε ότι τα συγκεκριμένα φυτά δεν ήταν μοσκαρδινιές και ότι ήταν παράνομα και θα έπρεπε να ξεριζωθούν.
Οι υποδείξεις του, δεν βρήκαν και μεγάλη ανταπόκριση από τους κατοίκους της γειτονιάς και οι “μοσκαρδινιές” μεγαλώνανε… και μεγαλώνανε… και μεγαλώνανε… ως που γίνανε ολόκληρα δεντράκια. Κάποια στιγμή βέβαια οι υποτιθέμενες “μοσκαρδινιές” ξεριζώθηκαν μαζί με τα υπόλοιπα αγριόχορτα που τότε φύτρωναν άφθονα στις άκρες των δρόμων του χωριού.
Το τελευταίο που θυμάμαι, είναι μια παράξενη μεθυστική μυρωδιά που είχε κατακλύσει τη γειτονιά κατά το ξερίζωμά τους, και κάτι λόγια των μεγάλων που άκουσα μέσα σ’ άκρες για κανναβουρόσπορο που έπεσε απ’ το κλουβί ενός καναρινιού στα τσιμέντα μιας αυλής, παρασύρθηκε λέει απ’ τα νερά της βροχής και κατέληξε στο συγκεκριμένο σημείο όπου και φύτρωσε.
Σήμερα, οι περισσότερες γειτονιές της Καρυάς έχουν ερημώσει και ζωντανεύουν μόνο για λίγο τα καλοκαίρια με τον ερχομό των παραθεριστών. Λιγόστεψαν στις γειτονιές οι νοικοκυρές και μαζί λιγόστεψαν και οι τριανταφυλλιές, οι γαρυφαλλιές, τα γεράνια, και μαζί μ’ όλα αυτά και οι κατιφέδες.

Κάποιοι απ’ αυτούς, επιμένουν πεισματικά να φυτρώνουν και να ανθίζουν ακόμα, τώρα πια σε πλαστικές και πήλινες γλάστρες, καμιά φορά και σε σχισμές των πλακόστρωτων, φέρνοντάς μας στο νου εικόνες από τις ασπρισμένες αυλές με τα πολύχρωμα λουλούδια στους μεταλλικούς ντενεκέδες και με το παιδομάνι να τρέχει πέρα-δώθε στις γειτονιές κρατώντας στο χέρι τη φέτα του ψωμιού, πασπαλισμένη από πάνω με λάδι και ζάχαρη.
Φωτογραφίες : Κατωπόδης Κωνσταντίνος
Πηγή: karsanikanea.com