Το βιβλίο “Τα που θυμάμαι μολογώ”: Σεργιάνι στη Λευκάδα του χθες του Θοδωρή Γεωργάκη διατίθεται απ’ τις Εκδόσεις ΟΣΤΡΙΑ, Χέϋδεν και Μαυροματαίων στο Πεδίον του Άρεως, απ’ τα μεγάλα βιβλιοπωλεία. Μπορείτε να παραγγείλετε το βιβλίο απ’ τις εκδόσεις ηλεκτρονικά ΕΔΩ και ΕΔΩ, ή τηλεφωνικά στο Τηλ. 211 2136882. Διατίθεται επίσης στα περιφερειακά βιβλιοπωλεία.

ΑΡΓΑΛΕΙΟΣ. ΑΝΕΜΙΔΙ, ΔΙΑΣΙΔΙ, ΝΕΡΟΤΡΟΒΙΑ!
Ένα σημαντικό εργαλείο, του κάθε σπιτιού, ήταν ο αργαλειός, στον οποίο δημιουργούσαν τα λεπτά σκουτιά, αλλά και τα χοντροσκούτια του σπιτιού, που ήταν είδος πρώτης ανάγκης, μα και προίκα του κάθε κοριτσιού, στο άνοιγμα του νέου σπιτικού της. Σεντόνια, μαξιλαροθήκες, λινοσέντονα, πετσέτες προσώπου και φαγητού, λωριδένια, κουρελούδες, σαγιάσματα, κυπαρισσένια, απλάδια, μαντανίες, καρπέτες, βελέτζες, ήταν τα ρούχα, που παρήγαγε η Λευκαδίτισσα αϋφάντρα στον αργαλειό της, κυρίως κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, όταν λιγόστευαν οι αγροτικές εργασίες, αλλά και όταν οι καιρικές συνθήκες επέτρεπαν την διαδικασία στησίματος του αργαλειού, μια διαδικασία που αποτελούνταν από έξι στάδια και τα οποία επιγραμματικά ήταν τα εξής: Πέρασμα της ματσέτας του νήματος στα καλάμια, διάσιμο των καλαμιών και δημιουργία της βροχίδας, τύλιγμα της βροχίδας στο αντί, μπελόνιασμα και πέρασμα στα μιτάρια και στο χτένι, σκάριασμα αντιού, μιταριών και χτενιού στον αργαλειό, έναρξη της ύφανσης με το στημόνι και το υφάδι, όπου το στημόνι ήταν το σταθερό νήμα στον αργαλειό και το υφάδι ήταν το νήμα που περνούσαν, με την σαϊτα, ανάμεσα στο στημόνι.
Κατά το πρώτο στάδιο των καλαμιών, η νοικοκυρά αγόραζε από τον πλανόδιο έμπορο το νήμα, ή αβζάριζε να της το φέρει, σε μορφή ματσέτας, ή κούκλας, που ήθελε να υφάνει, η σχετική ορολογία αφορούσε στο <<πόσους πήχες ήθελε να ρίξει>>. Ο πήχης ήταν ένα είδος εμπειρικού μέτρου και μετρούνταν από το μέσον του στέρνου μέχρι τα δάχτυλα του ανοιγμένου, δεξιά, ή αριστερά χεριού. Μάλιστα, προκειμένου να έχουν αυτό το μέτρο σταθερό και να μην απλώνουν κάθε φορά το χέρι, άπλωναν σε αυτό το άνοιγμα την μπροστοποδιά τους και σημείωναν πάνω της δύο σταθερά σημεία, τα οποία ήταν ο πήχυς, ώστε να χρησιμοποιούν την μπροστοποδιά στο μέτρημα το νήματος. Το νήμα ήταν σε μορφή ματσέτας, δηλαδή τυλιγμένο γύρω από σταθερό αντικείμενο. Έπαιρναν αυτό το νήμα και το περνούσαν στα καλάμια, με το ανεμίδι και την ανέμη. Το δεύτερο στάδιο ήταν το διασίδι. Τα καλάμια, όπως ήταν γεμάτα με νήμα, τα περνούσαν μέσα σε μπανέλες από άχρηστες ομπρέλες, τις οποίες στέριωναν οριζόντια σε τρία κρεμασμένα, από ψηλό σημείο, σχοινιά, στην άκρη των οποίων σχοινιών ήταν κρεμασμένες πέτρες, προκειμένου να είναι τεντωμένα, αλλά και να μην ακουμπούν στην γη, ώστε να γίνεται ευκολότερα το ξετύλιγμα του νήματος από τα καλάμια, το οποίο νήμα άπλωνε η γυναίκα-διάστρα σε ειδικές δέσμες, τις βροχίδες, οι οποίες ήταν σε αντίστοιχα καρφιά, σταθερά μπηγμένα στην γη. Η δημιουργία της κάθε βροχίδας ήταν λεπτή δουλειά, αφού έπρεπε, να μην μπερδευθούν μεταξύ τους και να αντιστοιχούν στο δικό τους καρφί, για να είναι ευκολότερη η χρήση τους στις υπόλοιπες εργασίες, που ακολουθούσαν.
Ακολουθούσε το τύλιγμα αυτών των βροχίδων πάνω στο αντί του αργαλειού, ως εξής: Xρησιμοποιούσαν την τυλίχτρα, ένα ξύλινο τετράγωνο κατασκεύασμα, πάνω στην οποία κάθονταν μια γυναίκα, για να είναι σταθερή, στο πάνω δε μέρος της τυλίχτρας τοποθετούσαν το αντί, έβαζαν, εν συνεχεία, τις βροχίδες πάνω σε ένα σκαμνί, στο οποίο στέριωναν μια βαριά πέτρα, προκειμένου να είναι δυσκολομετακίνητο και τις άκρες των βροχίδων τις έδεναν πάνω στο αντί. Η καθήμενη επί της τυλίχτρας γυναίκα τραβούσε, σιγά-σιγά, το σκαμνί και έτσι το νήμα των βροχίδων μαζεύονταν περιμετρικά στο αντί. Όταν είχε μαζευτεί όλο το νήμα των βροχίδων πάνω στο αντί, τότε ακολουθούσε το πέρασμα αυτού του τυλιγμένου στο αντί νήματος στα μιτάρια και στο χτένι, το λεγόμενο μπελόνιασμα, κατά το οποίο, το γεμάτο με νήμα αντί τοποθετούνταν πάνω σε δύο καρέκλες, απόστασης όση το μήκος του αντιού, οπότε, αντικριστά, κάθονταν δύο γυναίκες, η μια, με μαχαίρι, έδινε κλωστή-κλωστή και μέσα από τα μιτάρια, στην άλλη απέναντι γυναίκα, η οποία την περνούσε και μέσα από το χτένι. Με την ολοκλήρωση και αυτής της εργασίας, η όλη διαδικασία ήταν έτοιμη να τοποθετηθεί στον αργαλειό και να αρχίσει η ύφανση. Αυτή η διαδικασία των έξι επιπέδων απαιτούσε ειδίκευση και εμπειρία, αφού ήταν πολλή λεπτή και εγκεφαλική εργασία, γι’ αυτό και οι λεγόμενες διάστρες, ήταν ελάχιστες σε κάθε χωριό, οι οποίες φρόντιζαν να μάθουν την τέχνη του στησίματος γενικά του αργαλειού σ’ ένα από τα κορίτσια τους, ώστε να υπάρχει αδιάκοπη γνώση και εμπειρία του αντικειμένου στο χωριό. Μαθητής του Δημοτικού Σχολείου, ενθυμούμαι την μάνα μου, σχεδόν κάθε καλοκαιρινό πρωινό, να κάνει και από ένα διασίδι στην μεγάλη αυλή του σπιτιού μας, όπου προσέρχονταν γυναίκες ακόμη και από γειτονικά χωριά, προκειμένου να τους στήσει το διασίδι, γνώση την οποία της είχε μεταδώσει, με την σειρά της, η δική της μητέρα.
Ο Λευκαδίτικος αργαλειός, ήταν πιστό αντίγραφο του περίφημου Μινωικού αργαλειού, έρχεται, δηλαδή από την αρχαιότητα, μια, εξ ολοκλήρου ξύλινη κατασκευή, σε σχήμα τετράγωνο, ή παραλληλόγραμμο. Στα εξαρτήματά του, αντί, μιτάρια, χτένι, που προαναφέρθηκαν, ήταν και τα πατήματα, τα οποία ήταν δύο σχοινιά, στο κάτω μέρος, συνδεδεμένα με το στημόνι και τα οποία πατούσε εναλλάξ, η αϋφάντρα, ώστε να επιτυγχάνεται η πλεκτή ύφανση. Η Λευκαδίτισσα μητέρα εργάζονταν στον αργαλειό της ώρες ατέλειωτες, μερικές φορές, μάλιστα χαράματα το πρωί, αλλά και νυχτέρια ολάκερα, με μοναδικό φωτισμό το λιγοστό φώς του λυχναριού, ώστε να δημιουργήσει τις προίκες των κοριτσιών της και τις ανάγκες του νοικοκυριού της. Εκλεπτυσμένη δουλειά ήταν η δημιουργία της σπάθας, κυρίως στα σεντόνια, στα μεσάλια και στις πετσέτες. Οι σπάθες ήταν χρωματιστό νήμα, συνήθως κόκκινο, ή πορτοκαλί, το οποίο περνούσαν ανάμεσα στο νήμα του στημονιού, ώστε να σχηματίζονται πλουμιστές παραστάσεις, κυρίως μαίανδροι και κδέλες. Όταν δημιουργούσαν τα περίφημα χοντροσκούτια, δηλαδή βελέτζες, σαγιάσματα, μαντανίες, απλάδια και κυπαρισσένια, τότε τα έστελναν στην <<νεροτροβιά>>, την σημερινή νεροτριβή, προκειμένου να χτυπηθούν στο νερό, ώστε το νήμα, ή το μαλλί, να μαλακώσει και να δώσει μεγαλύτερο όγκο στο χοντροσκούτι. Η νεροτροβιά ήταν στο Μοναστηράκι του Ξηρομέρου. Ειδικός γυρολόγος, στα νεώτερα χρόνια, στα χωριά των Σφακιωτών, της Καρυάς και των Πηγαδισάνων ήταν ο Μπάρμπα-Στέφανος ο Μπέλτσος από την Καρυά, ο οποίος φόρτωνε το πανύψηλο άλογό του, με όσο το δυνατό περισσότερα χοντροσκούτια των νοικοκυριών, πήγαινε στο Μοναστηράκι, όπου τα επεξεργάζονταν, για αρκετές μέρες, μέσα στην νεροτροβιά. Κατ’ αυτό το διάστημα επέστρεφε στα χωριά, για να φορτώσει, εκ νέου, νέα ρούχα, οπότε, με την διαδοχική αυτή διαδικασία, διακινούσε τα χοντροσκούτια των ανωτέρω χωριών, τα οποία ήταν έτοιμα, πλέον, για χρήση στα σπίτια του νησιού, ή για προίκες των κοριτσιών. Τοποθετούσαν αυτά τα επεξεργασμένα ρούχα σε γήκους, για να διατηρούνται σε άριστη κατάσταση, έτοιμα να αποτελέσουν το μεγάλο επίτευγμα της Λευκαδίτισσας νοικοκυράς, όταν θα τα παρουσίαζε στα Καρφώματα, της κόρης της, τότε που τα έριχναν στον Κόμπο, που δημιουργούσαν, για να μεταφερθούν τα προικιά στο σπίτι του γαμπρού. Μάλιστα ο σχετικός ανταγωνισμός, για το ποιά μάνα θα παρουσίαζε τα πιο πλουμιστά και περίτεχνα χοντροσκούτια, στα Καρφώματα της κόρης της, ήταν θέμα συζήτησης και ανταγωνισμού, για πολλές μέρες, στην μικρή και κλειστή κοινωνία των χωριών μας.
Ειδική αναφορά πρέπει να γίνει για τα ονομαζόμενα Κυπαρισσένια χοντροσκούτια, αφού γίνονταν με την πυραμιδοειδή μορφή των κλώνων του κυπαρισσιού. Συγκεκριμένα, για να κατασκευαστεί αυτό το ρούχο, απαιτούνταν τέσσερα μιτάρια στον αργαλειό, σε σχέση με όλα τα άλλα ρούχα, που απαιτούσαν δύο μιτάρια. Με τα τέσσερα μιτάρια επιτυγχάνονταν αυτό το πέρασμα των κλωστών που είχε μορφή όπως οι κλώνοι του κυπαρισσιού.

Απλωμένο Λευκαδίτικο διασίδι! Χαρά η πρωτεργάτισσα!

Κι άλλο Λευκαδίτικο διασίδι σε πλήρη ανάπτυξη!

Διασίδι Λευκαδίτικο! Σάν μελισσούλες στο μέλι οι γυναίκες σκυμένες πάνω στο νήμα! Σηκώνουνε το κότολο και μετράνε τους πήχες, που θα βάλουν τελικά στον αργαλειό, για να φτιάξουν τα χοντροσκούτια του σπιτιού και τα προικιά των κοπελώνε… (Φωτο Κωνσταντίνος Μεγαλοοικονόμου)

Γάμος στο Κατωχώρι Λευκάδος! Και τα προικιά της νύφης όλα χειροποίητα στον ευλογημένο αργαλειό της μάνας!

Υπέροχος αργαλειός και ανυφάντρα της προκοπής!

Λευκάδα, Κατούνα! Υπέροχη παλιά ξύλινη κατωγόπορτα και μπροστά της απόμαχος ο αργαλειός, φύλακας άγγελος τόσων ονείρων και τόσων κόπων που εσωκλείει τούτη η έρημη κατωγόπορτα…

Λευκάδα! Θαυμάσια ανυφάντρα! (Φωτο Fran. Diaskom).

O Λευκαδίτικος Γήκος με τα προικιά ντανιασμένα και στην κορυφή η άγια εικόνα με τους συμβολισμούς της…

Ελλάδα! Ίδιο τ’ ανεμίδι παντού στην Ελλάδα! (Αρχείο Αντώνης Κεσίσογλου).

Πανώρια Λευκαδίτισσα νύφη σε προπολεμικό καρτ ποστάλ! Τα προικιά της όλα υφασμένα στον αργαλειό της προκοπής!

Ανεπανάληπτη Λευκαδίτισσα ανυφάντρα! Όταν λείπει το ανεμίδι, τη θέση του παίρνει το δάχτυλο του ποδιού

Και η θρυλική κουρελού, δημιούργημα του αργαλειού…