Γράφει η Χαρά Παπαδάτου
Ζωγραφικός πίνακας τοῦ Λευκάτα πού βρίσκεται μέσα στὀν Φάρο. (Φωτ.: Μαρία Τσάμη).
Μέ τήν εὐκαιρία σήμερα τῶν ἀνοιχτῶν Φάρων οἱ ἐπισκέπτες ἦταν ἀρκετοί στόν Φάρο τοῦ Λευκάτα.
Οἱ ἐπισκέπτες ἀπολαμβάνουν τήν ἐπιβλητική θέα ἀπό τόν Φάρο (Φωτ.: Μαρία Τσάμη).
.
Στό βάθος ἡ Κεφαλωνιά καί ἡ Ἰθάκη. Ἡ ποίηση τοῦ μπλέ. (Φωτ.: Μαρία Τσάμη).
Τό ἀκρωτῆρι τοῦ Λευκάτα εἶναι Χῶρος μυθικός γιά τήν Λευκάδα ἀλλά καί γιά τήν Ἑλλάδα. Συνδέεται μέ δύο μεγάλες μορφές τόν θεό Ἀπόλλωνα καί τήν μεγάλη ποιήτρια Σαπφώ.
Ἀπόλλων: Ἀπό τόν Ναό τοῦ Δία στήν Ὀλυμπία.
Σαπφώ: Ρωμαική τοιχογραφία ἀπό τήν Πομπηΐα.
Ἡ ἱστορία εἶναι γνωστή καί δέν θά τήν ἐπαναλάβουμε. Ἠ Σαπφώ ἔκανε διάσημο τόν Λευκάτα ἀλλά και τό ἔθιμο τῶν ἀπελπισμένων ἐρωτευμένων. Σκεφθεῖτε νά τό κάναμε τουριστική ἀτραξιόν καί νά ἔρχονται ὅλοι οἱ ἐρωτοχτυπημένοι χωρίς ἀνταπρόκριση καί νά πηδᾶνε καί νά τρέχει τό λιμενικό νά τούς σώσει.
Πάντως πολλοί ἔκαναν τό διάβημα καί μάλιστα διάσημοι. Πολλοί πνίγηκαν, μερικοί διασώθηκαν. Ὑπῆρξε καί κάποιος Μάκης ἀπό τό Βουθρωτό πού ἔπεσε τέσσερις φορές διότι ἦταν ἀμετανόητος καί ἐρωτευόταν συνεχῶς καί γλύτωσε καί τίς τέσσερις. Τόν ὀνόμασαν γιά αὐτό ὁ Λευκόπετρας. (Π. Ροντογάννης , Ἱστορία, τ.Α, σελ. 249).
Τό ἀκρωτῆρι ἦταν πολύ δύσκολο πέρασμα γιά τούς ναυτικούς κάτι πού φαίνεται ἀπό τό παρακάτω ἐπίγραμμα, γραμμένο ἀπό κάποιον Φίλιππο μᾶλλον Θεσσαλονικέα (40 περίπου μ.Χ.) (ἴσως καί Λευκάδιο), πού ὑπῆρχε ἐντοιχισμένο μέσα στόν ναό τοῦ Ἀπόλλωνα (σήμερα βρίσκεται στήν Βαρβερινή Βιβλιοθήκη τῆς Ρώμης). ANTHOLOGIA GRAECA AD PALATINI CODICIS FIDEM EDITA EDITIO STEREOTYPA TOMVS I LIPSIAE SUMTIBUS ET TYPIS CAROLI TAUCHNITI 1829.
«Λευκάδος αἰπύν ἔχων ναύταις τηλέσκοπον ὄχθον,
Φοῖβε, τόν Ἰονίῳ λουόμενον πελάγει,
Δαίξε πλωτήρων μάζης χεριφυρέα δαῖτα
Καί σπονδήν ὀλίγῃ κιρναμένην κύλικι
Καί βραχυφεγγίτου λύχνου σέλας ἐκ βιοφειδοῦς
ὄλπης, ἡμιμεθεῖ πινόμενον στόματι,
ἀνθ’ ὧν ἱλήκοις, ἐπί δ’ ἱστία πέμψον ἀήτην
οὔριον Ἀκτιακούς σύνδρομον εἰς λιμένας»

Καί ἡ μεταγραφή στόν σύγχρονο ἑλληνκό ἰδίωμα:
Ὧ Φοίβε, σύ πού ἑδρεύεις στόν ἀπότομο βράχο
τῆς Λευκάδας, πού οἱ ναυτιλλόμενοι σέ διακρίνουν
ἀπό μακριά νά λούζεσαι στό πέλαγος,
δέξου ἀπό μᾶς πού ταξιδεύουμε μέ τά ἱστιοφόρα μας,
κρίθινο ψωμί ζυμωμένο μέ τά χέρια μας
καί κρασί ἀνακατεμένο μέ νερό μέσα στή μικρή
φιάλη καί φῶς ἀπ’ τό λυχνάρι πού φέγγει λίγο
λόγῳ τοῦ οἰκονομικοῦ μάλλινου φυτηλιοῦ.
Ἀντί γι’ αὐτά, ἐλέησέ μας καί στείλε στά πανιά μας
οὔριο ἄνεμο, γιά νά κατευθύνει στά λιμάνια τοῦ Ἀκτίου.
Πηγή: Χαρά Παπαδάτου