Μπαίνοντας στο σχολείο μετά από κοπάνα…από αριστερά Τιμόθεος Σούνδιας Βασίλης Κοντογιώργης και Κώστας Σκλαβενίτης.
Γράφει ο Κώστας Σκλαβενίτης
Θα αναφερθώ σε σχολικές αναμνήσεις της δεκαετίας του ’70 από το Λύκειο Λευκάδας και έχουν σχέση με το μάθημα των Λατινικών.
Ως κλασσικό τμήμα που είμαστε κάναμε Λατινικά από την πρώτη Λυκείου της σχολικής χρονιάς 1976-1977 με μια ιδιαίτερη βαρύτητα παρ ότι ήτανε δευτερεύον μάθημα.
Στην αρχή όλα φαινόταν εύκολα και τα μαθαίναμε σαν ποίημα. Στη πορεία όμως τα πράγματα δυσκόλεψαν και για τους περισσότερους είχε γίνει βραχνάς με τη γραμματική και το συντακτικό.
Στο πρώτο εξάμηνο της τρίτης Λυκείου στο δεύτερο κλασσικό τμήμα είχαμε την φιλόλογο κα Σοφία Βρεττού στο μάθημα της οποίας ήτανε δύσκολο να κάνεις κάποια κοπάνα διότι έκανε έλεγχο του απουσιολογίου.
Στη τάξη τότε πρόεδρος ήτανε ο Σπύρος Μπελεγρίνος και γραμματέας εγώ που κρατούσα το απουσιολόγιο. Στο προεδρείο ήμασταν και τα δύο προηγούμενα χρόνια.
Κοπάνες τότε κάναμε αρκετοί μαθητές κυρίως κάτω του μετρίου και ανάλογα τον καθηγητή προσπαθούσαμε να «λουφάρουμε» απουσίες στους συμμαθητές μας. Εγώ το παράκανα σε κάποια μαθήματα κυρίως στη τρίτη Λυκείου και για να ελέγχω τη κατάσταση των απουσιών είχα στη τελευταία σελίδα από το πρόχειρο τετράδιο γραμμένες όλες τις αδικαιολόγητες ώστε να μη ξεπεραστεί το όριο…που αν θυμάμαι καλά ήταν εκατό(πάνω από σαράντα χρόνια έχουν περάσει κι ακόμη στον ύπνο μου οι εφιάλτες δεν έχουν φύγει πως χάνω τη χρονιά από απουσίες).
Τα κλειστά πορτόνια και τα κάγκελα του Γυμνασίου-Λυκείου Αρρένων Λευκάδας δεν ήταν εμπόδιο για τις κοπάνες μας διότι οι περισσότεροι ήμασταν αθλητικοί τύποι (κατηγορία «μύγας»).
Την Άνοιξη του 1979 στο τελευταίο τετράμηνο ήρθε να μας διδάξει τα Λατινικά μια νεοδιοριζόμενη φιλόλογος η κα Βλάχου. Ξεχώρισε αμέσως τους δυο καλύτερους μαθητές της τάξης το Στάθη Σκλαβενίτη και το Θωμά Μελά οι οποίοι ήξεραν τα Λατινικά φαρσί που λέμε και μάλιστα συνομιλούσαν μεταξύ τους ως αρχαίοι Λατίνοι.
Η κα Βλάχου δεν ήτανε αυστηρή όσον αφορούσε τις παρουσίες… έτσι παρέδιδα το απουσιολόγιο στο Σπύρο και «γινόμουν καπνός». Στο μάθημά της πήγα μόνο τη πρώτη φορά.
Προς το τέλος της σχολικής χρονιάς επειδή δεν μας γνώριζε αρκετά καλά, ζήτησε στο τελευταίο μάθημά της να είμαστε όλοι παρόντες για να μας βάλει τον προφορικό βαθμό του τελευταίου διμήνου.
«Αναγκαστικά» πήγα στη τάξη και μουδιασμένος άκουγα τα ονόματα που διάβαζε από το κατάλογο της τάξης που ξεκινούσε από το γράμμα Κ. Έφτασε στο Σ και κάποια στιγμή φωνάζει το όνομα Σκλαβενίτης Ευστάθιος που ήτανε πριν από εμένα. Δεν χρειάστηκε καν να προβληματισθεί καθόταν με τον Μελά και στο πρώτο θρανίο οπότε του λέει… «άριστα Στάθη».
Διαβάζει κατόπιν και το δικό μου όνομα και μένει άναυδη… «εσύ ποιος εισαι» μου λέει;…
Σκλαβενίτης της απαντάω…
«δεν σε έχω ξαναδεί στη τάξη, τι βαθμό να σου βάλω»…
«Σκλαβενίτης είμαι κυρία όπως κι ο Στάθης βάλτε μου καλό βαθμό» της απαντάω και η τάξη «πέθανε» στα γέλια.
Όταν ηρεμήσαμε λέει ξανά… «δεν σε έχω σημειωμένο στο κατάλογο δεν σε έχω εξετάσει»… κι ευτυχώς που δε σκέφτηκε να με εξετάσει εκείνη την ώρα.
Dum spiro spero(όσο αναπνέω, ελπίζω) έλεγα από μέσα μου ώστε να βάλει κάποιο καλό βαθμό, αλλά μάλλον το αντίθετο συνέβη.
Στις γραπτές εξετάσεις του Ιουνίου πέσαμε και σε αυστηρό καθηγητή επιτηρητή και δε μπόρεσα να αντιγράψω κάτι από το Στάθη που ήτανε μπροστά μου κι έτσι πλήρωσα τις κοπάνες με τον χαμηλότερο βαθμό απ όλα τα μαθήματα στο απολυτήριο Λυκείου.
Ο Στάθης και ο Θωμάς έδωσαν εξετάσεις και πέρασαν Νομική και Φιλοσοφική Αθηνών αντίστοιχα. Εγώ είχα το όνειρο της Γυμναστικής Ακαδημίας με καθοδηγητή τον αείμνηστο γυμναστή μας Γιώργο Μάλφα αλλά τελικά για κάποιους προσωπικούς λόγους δεν έδωσα τις απαραίτητες εξετάσεις.
Από το Σεπτέμβριο πήγα στην Αθήνα όπου εργαζόμουν σε εργοστάσιο χρωμάτων στο Μοσχάτο και παράλληλα φοιτούσα σε ιδιωτική σχολή προγραμματιστών στη πλατεία Κάνιγγος.
Ευτυχώς τα Λατινικά δεν χρειάστηκαν στο βίο μου μέχρι σήμερα.
Οι κοπάνες όμως της Άνοιξης του 1979 και μάλιστα στο συγκεκριμένο μάθημα μου άφησαν ανεξίτηλες αναμνήσεις πηγαίνοντας με ποδήλατο στο Κάστρο, τη Γύρα και τους Μύλους κάνοντας και τα πρώτα μου μπάνια με ευχάριστες παρέες από κοπανατζήδες και κοπανατζούδες.